Αναρχικη συλλογικοτητα Acte
όσες κι όσοι δεν είναι πια μαζί μας ζουν στα οδοφράγματα του μέλλοντος….
Καταγγελία για σεξιστικές παραβιαστικές συμπεριφορές από τον Μ.Β. και μια κριτική

Η παρακάτω καταγγελία είναι γραμμένη από δύο ομάδες στις οποίες συμμετέχουν συντρόφισσες που έχουν υποστεί την κατ’ εξακολούθηση σεξιστική, εξουσιαστική, κακοποιητική και αντισυντροφική συμπεριφορά του Μί.Β. Μπροστά σε ένα ζήτημα που αντιμετωπίζεται ως κατ’ εξοχήν προσωπικό, εμείς έχουμε να αντιπαραθέσουμε την συλλογικοποίηση. Επιλέξαμε να μην αφήσουμε καμία από τις συντρόφισσες μόνη απέναντι σε ένα σύνολο καλοθελητών υποστήριξης του Μί.Β. και να μην διαβαστεί ως ατομικός σταυρός το βίωμά τους, αλλά να τοποθετηθεί στη σφαίρα που ανήκει: την πολιτική. Με αυτόν τον σκοπό και για να μην τραυματιστούν περαιτέρω οι συντρόφισσες με αχρείαστα σχόλια και ειρωνείες, επιλέξαμε να συζητήσουμε από κοινού και με πολιτικούς όρους τα συγκεκριμένα βιώματα και τί σημαίνει εν τέλει η συμπεριφορά του Μί.Β.

Διάφορες στιγμές μέσα στα χρόνια, κάποια άτομα επέλεξαν να του αναδείξουν τη σεξιστική του συμπεριφορά και εκείνος επέλεξε να αγνοήσει αυτές τις συστάσεις. Έτσι, η συλλογική διαχείριση και η δημοσιοποίηση της καταγγελίας αποτελούν το αναγκαίο μονοπάτι διαχείρισης αυτής της συνθήκης.

Τα βιώματα έμφυλης βίας είναι πολλά, έχουν διάρκεια και τα ζούμε συνεχώς

Γιατί όλες έχουμε ζήσει κάτι αντίστοιχο, άλλες μας έχουν στριμώξει γελώντας και χουφτώνοντας στη γωνία, ακριβώς για να μην έχουμε διαφυγή, άλλες έχουμε νιώσει το σώμα μας να διαπερνάται από βλέμματα που δεν ζητήσαμε, άλλες έχουμε αφεθεί πίσω από συντρόφους όταν πρόκειται για μαχητικές ενέργειες, άλλες έχουμε πιεστεί μέχρι αηδίας για πράξεις που δεν θέλαμε να κάνουμε, άλλες έχουμε ξυπνήσει με χέρια αλλονών κάτω από τη μπλούζα και μέσα στο παντελόνι και ο κατάλογος συνεχίζεται ατέρμονα. Αυτές οι τραυματικές στιγμές μας είπαν ότι είναι φυσιολογικές και ότι “αυτά γίνονται”, ότι αυτά συμβαίνουν με το ποτάκι, στα νεύρα ή όταν για κάποιο λόγο δεν μπορείς να αντιδράσεις ή να αρνηθείς. Σε αυτόν τον κόσμο, ευτυχώς βρήκαμε η μία την άλλη για να επιβεβαιώσουμε αυτό που ξέραμε ήδη: ότι τα παραπάνω είναι συνέπειες της έμφυλης καταπίεσης, της πατριαρχίας, βασικής συνιστώσας της εξουσίας και το μόνο που μας μένει είναι ο αγώνας ενάντια σ΄αυτή, όπως και σε κάθε εξουσία.

Tον τελευταίο καιρό παρατηρούμε πλήθος καταγγελιών από πολλές συντρόφισσες και μη, που αφορούν σεξιστικά περιστατικά. Η πληθώρα των καταγγελιών δείχνει πως σπάει η σιωπή γύρω από το σεξισμό και φαίνεται πως έχουμε αρχίσει να αγγίζουμε τα ζητήματα εξουσίας πάνω στα σώματά μας όλο και περισσότερο. Ωστόσο, καταλαβαίνουμε πως η καταγραφή μιας καταγγελίας κάθε άλλο πάρα εύκολη διαδικασία είναι. Το άτομο έρχεται σε επαφή ξανά με το τραύμα του και αντιμετωπίζει μια μεγάλη πρόκληση με την κοινοποίησή του, ιδιαίτερα όταν αυτή είναι δημόσια. Η έκθεση σε μια ευρύτερη κοινότητα που τα εν οίκω μη εν δήμω – δηλαδή που διαχωρίζει το προσωπικό από το πολιτικό – και ομολογουμένως όχι αρκούντος έτοιμη στα ζητήματα της έμφυλης καταπίεσης, σημαίνει ότι το υποκείμενο θα αντιμετωπίσει ξανά κακοποιητικές συμπεριφορές, με τον εξαναγκασμό του να πρέπει να δώσει λεπτομέρειες για να πείσει για ένα ζήτημα που κατ’εξοχήν λαμβάνει χώρα πίσω από κλειστές πόρτες. Όλα τα παραπάνω αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες για την κοινοποίηση μιας καταγγελίας. “Αθώες” ερωτήσεις που κρατάνε ίσες αποστάσεις σε ένα ζήτημα εξουσίας όπως “λέει αλήθεια;”, “πρέπει να ακούσω και την άλλη πλευρά”, “την ξέρουμε καλά αυτήν;” αλλά και τα απαντητικά κείμενα στα οποία δεν γίνεται ανάληψη ευθύνης των πράξεων και συκοφαντείται η καταγγέλουσα, ενισχύουν την δυσκολία της κοινοποίησης. Πολλές φορές ακόμα και το να ανατρέξει το άτομο στα τραυματικά του βιώματα, είναι από μόνο του τρομερά δύσκολο, πόσο μάλλον να συλλογικοποιήσει την έμφυλη καταπίεση που υπέστη. Οι καταγγελίες λοιπόν, μπορεί να είναι επίπονες αλλά είναι ενδυναμωτικές για όλα μας και θα μπορούσαν να αποτελούν ένα βήμα στην μακρά και δύσκολη διαδικασία επίλυσης των καταπιέσεων.

Η περίπτωση του Μί.Β.

‘Οσον αφρορά τη συγκεκριμένη καταγγελία, στην μια περίπτωση, υπήρχε σχέση κατά την οποία ο Μί.Β. δεν δεχόταν το όχι στο σεξ όσο ξεκάθαρα και αν του δηλωνόταν τόσο σωματικά όσο και λεκτικά. Επανειλημμένα προέβαινε σε παραβιαστικές σεξουαλικές πράξεις, χωρίς συναίνεση. Προς το τέλος της σχέσης έγινε μια προσπάθεια επαφής για να του κοινοποιηθούν τα παραπάνω, όμως εκείνος απάντησε αισχρά. Όταν του γνωστοποιήθηκε πως η συμπεριφορά του υπήρξε κακοποιητική, όχι μόνο αγνόησε και χλεύασε τα όσα του ειπώθηκαν, αλλά από ότι φάνηκε στη συνέχεια, τα επανέλαβε μετά από χρόνια στην δεύτερη συντρόφισσα. Η συντρόφισσα έχει επίσης βιώσει παραβιαστικές συμπεριφορές από τον Μί.Β., ο οποίος επαναλάμβανε το προηγούμενο μοτίβο και ο εκβιασμός στο σεξουαλικό κομμάτι ήταν συχνός. Ακόμα και όταν η ίδια του γνωστοποίησε παρελθοντικά παραβιαστικά βιώματά της, εκείνος συνέχισε να έχει την ίδια στάση. Αξίζει να σημειωθεί ότι ανεξάρτητα από τα συγκεκριμένα γεγονότα, διαπιστώσαμε μέσα από τη συζήτηση μεταξύ μας, ότι ο Μί.Β. γενικά δεν σεβόταν τα όρια και άλλων συντροφισσών που δεν είχαν καμία ιδιαίτερη σχέση μαζί του, όσον αφορά αγγίγματα, πειράγματα κτλ.

Μια σημαντική παρένθεση: Το όχι, η συναίνεση και η περιπλοκότητα του ναι.

Αξίζει κάπου εδώ να σημειώσουμε κάποια πράγματα, τα οποία ερχόμαστε συνεχώς σε θέση να τα τονίζουμε σε κάθε καταγγελία. Σεξ χωρίς συναίνεση σημαίνει βιασμός, το όχι σημαίνει όχι. Κάθε απόπειρα συνέχειας μετά το όχι είναι μια κακοποίηση. Όμως και το ναι που έχει ειπωθεί μετά από εκβιασμούς και πιέσεις πρέπει σε κάθε περίπτωση να εκλαμβάνεται ως όχι. Συναίνεση είναι το ναι και από τις δυο ή περισσότερες πλευρές. Θα πρέπει όλα να έχουμε στο μυαλό μας σε κάθε επαφή μας σεξουαλική ή μη ότι στην πατριαρχία το ναι μπορεί να εκβιαστεί με πολλούς τρόπους. Συναισθηματικά, από φόβο, αλλά ακόμα και από συνήθεια, επειδή «έτσι έχουμε μάθει πως γίνεται» χωρίς να είναι συνειδητό. Η πατριαρχία επιβάλλει στα κορίτσια από μικρά να είναι ήσυχες, να μην ακούγονται πολύ (κυριολεκτικά και μεταφορικά), να μην δυσαρεστούν, να μην αντιμιλούν, να υπομένουν. Τα αγόρια αντίθετα πρέπει να επιμένουν να είναι οι κυνηγοί, αυτοί που δεν κλαίνε, οι σκληροί. Για να αποτινάξει κανείς από πάνω του αυτά τα χαρακτηριστικά που επιβάλλει η πατριαρχία χρειάζεται συνειδητούς, μικρούς και μεγάλους αγώνες. Η αμφισβήτηση των προνομίων, η ενσυναίσθηση προς τα βιώματα των καταπιεσμένων και η ενδυνάμωση των υποκειμένων αυτών, αποτελούν κάποιους από τους δρόμους για να «μάθουμε αλλιώς». Ο σεβασμός των ορίων των άλλων ατόμων είναι θεμελιώδες βήμα για το δρόμο της συναίνεσης. Εν τέλει, το σεξ με συναίνεση που το κάθε εμπλεκόμενο άτομο δεν θέλει να βρίσκεται πουθενά αλλού παρά μόνο εκεί, που δεν θέλει να κάνει τίποτα περισσότερο ή λιγότερο εκτός από αυτό που κάνει εκείνη τη στιγμή, έχει φοβερές προοπτικές, είναι απελευθερωτικό και συναρπαστικό ενώ συνάμα ανοίγει μονοπάτια πειραματισμού.

Το έμφυλο ζήτημα χρειάζεται συζήτηση, συνδιαμόρφωση και ενσυναίσθηση

Γιατί να μπει κανείς άραγε σε αυτή τη διαδικασία; Γιατί η πατριαρχία αποτελεί άλλη μια εξουσία σε ένα σύμπλεγμα εξουσιών, που δομεί αυτή τη σάπια κοινωνία. Είναι άτοπο να ευαγγελίζεται κάποιο άτομο την εναντίωση στο κράτος και το κεφάλαιο και όχι στην πατριαρχία και το ρατσισμό. Άλλωστε, κάθε εξουσία αποτελεί μια επιβολή από άνθρωπο σε άνθρωπο, ζώο και φύση. Το να συζητάμε μεταξύ μας το τί μας έχει επιβληθεί, τί μας έχει καταπιέσει σε έμφυλο επίπεδο, από τις διαδικασίες και τις συνελεύσεις μας, μέχρι το σεξ και τις διαπροσωπικές επαφές δεν συνιστά κουτσομπολιό αφού δεν πηγάζει από κακεντρέχια και ψέματα, δεν συνιστά καν καφενειακή κουβέντα. Με αυτό τον τρόπο ανταλλάσσουμε εμπειρίες, σκιαγραφούμε το τί θεωρούμε έμφυλη καταπίεση και τί όχι, δίνουμε δύναμη η μία στην άλλη και εν τέλει ίσως επιλέγουμε να το φέρνουμε και στις διαδικασίες μας. Συνεπώς, τον ίδιο σεβασμό και φροντίδα αξίζει η καταγγελία που υπογράφεται από συλλογικότητες και ομάδες, με εκείνη που θα γίνει σε μια στιγμή εξομολόγησης και εμπιστοσύνης μεταξύ συντροφ@ν και κάτι τέτοιο δεν θα το διαπραγματευτούμε. Άλλωστε, με αυτό τον τρόπο βρέθηκαν οι δύο συντρόφισσες μεταξύ τους και μπορέσανε να αντιληφθούν τις ομοιότητες στην καταπίεση που υφίσταντο από τον Μί.Β.. Ευελπιστούμε ότι όσο ο χώρος ζυμώνεται και προωθεί την σκέψη του πάνω σε πατριαρχικά, σεξιστικά ζητήματα θα γίνεται ακόμα πιο εύκολο για τα υποκείμενα να μιλήσουν. Ευελπιστούμε ότι δεν θα χρειάζεται να αποδείξουν τα όσα τους συνέβησαν, παραθέτοντας ανατριχιαστικές λεπτομέρειες ή παράγοντας εξαιρετικά δομημένα κείμενα.

Εμείς βρισκόμαστε στη θέση να μπορούμε και να θέλουμε να επικοινωνήσουμε ανοιχτά το τί θεωρούμε πρόβλημα στη συμπεριφορά του Μί.Β. και σε έναν ολόκληρο πυρήνα ανθρώπων που δεν ήθελε να το δει ως πρόβλημα, που αντιμετώπιζε αυτή τη συμπεριφορά ως τοξική αμφίδρομη συναναστροφή, που τη δικαιολογούσε, με ένα σωρό δικαιολογίες, που και ο ίδιος ο Μί.Β. χρησιμοποιούσε. Και σε αυτό τον πυρήνα ανθρώπων είναι και κόσμος με τον οποίο συναναστρεφόμαστε πολύ στενά και ενδεχομένως να βρισκόμαστε και από την ίδια πλευρά του οδοφράγματος. Ωστόσο, δεν θα χαϊδέψουμε τα αυτιά κανενός επειδή είναι αναρχικός και εναντιωνόμαστε σε όποιον αντιμετωπίζει τις ανησυχίες μας και τις καταπιέσεις μας ως δευτερεύον ζήτημα, ως δικά μας ψυχολογικά προβλήματα, ως επουσιώδες ζήτημα. Το να διεκδικήσουμε να υπάρχει εμπιστοσύνη και φροντίδα μέσα στις κοινότητες που είναι αντίθετες στο κράτος και το κεφάλαιο και την κάθε λογής εξουσία είναι ουσιώδες για το ξεπέρασμα μιας εποχής που στα άτομα με δίψα για ελευθερία, η σκέψη τους σε σχέση με την αμφισβήτηση της εξουσίας σταματάει σε κάποιο πολύ κομβικό σημείο για εμάς: την δική μας καταπίεση.

Η ρομαντικοποίηση της έμφυλης βίας μέσα στις σχέσεις

Συζητώντας, παρατηρήσαμε πόσο απογοητευτική ήταν αυτή η σεξιστική συμπεριφορά του Μί.Β. η οποία αποτελεί μια έκφραση της έμφυλης βίας, που αφορά το πλαίσιο μιας σχέσης, ενός ζευγαριού ή μιας ”συντροφικής” σχέσης. Η απογοήτευση σε αυτές τις περιπτώσεις αφορά την εμπιστοσύνη που η καταπιεσμένη δείχνει σε ένα άτομο, λόγω της πολιτικής του ιδιότητας και της συναισθηματικής εγγύτητας. Σε αυτό το πλαίσιο ο σεξισμός εκφράζεται με ύπουλο τρόπο, κεκαλυμμένος από διάφορες ατάκες που πάντα δικαιολογούν την καταπίεση. Μέσα σε αυτές τις σχέσεις, έννοιες όπως η οικογένεια, το ζευγάρι, οι σύντροφοι, αποτελούν το κάλυμμα όπου η αυτοδιάθεση του σώματος εκμηδενίζεται, η ιδιοκτησία του σώματος του άλλου ατόμου μέσω της κτητικότητας περνά στον κυρίαρχο. Κάτι τέτοιο ανάγεται σε κάτι φυσικό και εν τέλει η καταπίεση και ο σεξισμός ρομαντικοποιούνται. Η συμπεριφορική φιγούρα του Μί.Β όχι μόνο σε αναρχικούς δεν ταιριάζει αλλά ούτε καν σε ανθρώπους που σέβονται την αυτοδιάθεση και την ελευθερία. Ο εξαναγκασμός και οι εκβιασμοί ως προς την σεξουαλική πράξη είναι η πλήρης ενσάρκωση της επιθυμίας για επιβολή, παρασάγκας μακριά από την αναρχική μας θεώρηση, που μας οδηγεί στην αναζήτηση της ελευθερίας. Της δικιάς μας, των σωμάτων μας και όλων των από τα κάτω αυτού του κόσμου.

Μια κριτική για το κείμενο του Μ.Β.

Πριν ολοκληρώσουμε το κείμενό μας, εμφανίζεται ένα κείμενο του Μί.Β. με την πρωτοτυπία να το δημοσιοποιήσει πριν καν το κάνουμε εμείς. Δεν θα μπούμε στη διαδικασία να απαντήσουμε ή να τοποθετηθούμε διαφορετικά από ότι θα κάναμε. Θεωρούμε απαραίτητο όμως να κάνουμε κάποια σχόλια. Κατ’ αρχάς, με τη δημοσιοποίηση μιας απάντησης στη δημόσια σφαίρα χωρίς να έχει προηγηθεί η ερώτηση, αναφέρεται στα τραύματα των συντροφισσών και αυθαίρετα τα οριοθετεί και τα ορίζει χωρίς να προηγείται η τοποθέτηση των ίδιων. Δηλαδή, εκείνος αποφάσισε ποιοί είναι οι όροι της καταγγελίας (πχ δημόσια ή μη, λεπτομέρειες ή όχι), φωτογραφίζοντας ξεκάθαρα τη μία εκ των δύο συντροφισσών και επιδεικτικά αγνοώντας την δεύτερη καταγγελία. Αυτό έχει ξεκάθαρα έμφυλα, μάτσο, κυρίαρχα χαρακτηριστικά. Συμπυκνώνει το ότι το άτομο θεωρεί ότι είναι ο κυρίαρχος, εκείνος που αποφασίζει τί θα συμβεί. Μας φάνηκε λοιπόν, ότι με το κείμενό του προσπαθεί να αποκαταστήσει την εικόνα του και να αποδυναμώσει επί της ουσίας την ερχόμενη καταγγελία.

Επίσης, αναγιγνώσκουμε ότι η χειριστική συμπεριφορά του επαναλαμβάνεται ακόμα και σε αυτή την γραπτή του τοποθέτηση. Στην γραφή του διακρίνεται συνεχώς μια επίκληση στο συναίσθημα που εκβιάζει για μία ευνοϊκή μεταχείριση προς το πρόσωπό του. Το μόνο που μπορούμε να συμπεράνουμε από το γεγονός ότι δεν ήρθε σε επαφή μαζί μας πριν τη δημοσιοποίηση του κειμένου του, είναι ότι πράγματι σοκαρίστηκε. Όχι από το τραύμα που ενδεχομένως προκάλεσε σε κάποιον, αλλά για την εικόνα του, η οποία κλονίζεται. Από μεριάς του, στο παρελθόν δεν είδαμε καμία ουσιαστική θέληση για αλλαγή, αντιθέτως διαστρέβλωνε τα γεγονότα στη μεταφορά τους σε τρίτους, προσπαθώντας να αμφισβητήσει τη σημασία του βιώματος των συντροφισσών. Έτσι, έχουμε βάσιμες υποψίες ότι η ειλικρινής του μεταμέλεια δεν είναι τόσο ειλικρινής τελικά, πόσο μάλλον αφού προέκυψε τόσο γρήγορα.

Στην προσπάθεια να αιτιολογήσει τα πεπραγμένα του σημειώνεται ένα λογικό άλμα κατά το οποίο η πιεστική-κατά τα λεγόμενά του-συμπεριφορά απέναντι στους φίλους του, εφαρμόζεται μάλλον και στις ερωτικές σχέσεις που συνάπτει, σαν φυσικό επακόλουθο. Η κακοποιητική συμπεριφορά δεν είναι δηλαδή προϊόν αναπαραγωγής πατριαρχικών, σεξιστικών, έμφυλων αντιλήψεων, αλλά μια «γραφική» ιδιομορφία του χαρακτήρα του. Κατανοούμε ότι όλοι μας μπορεί να γίνουμε πιεστικοί, αλλά αυτό δεν είναι κάτι αμελητέο ή δικαιολογημένο και ως πολιτικά υποκείμενα οφείλουμε να αμφισβητούμε την εξουσία κάθε στιγμή, ακόμα και αυτή που πηγάζει από μέσα μας. Εντοπίζουμε το λοιπόν από πλευράς του μια τάση αποπολιτικοποίησης των γεγονότων υπό το πρίσμα ενός συμπεριφορικού πταίσματος, αλλά και της βροντερής υποτίμησής τους με τη χρήση ενός εκ πρώτης όψεως φεμινιστικού λόγου, που όμως τα σημεία που αναφέραμε είναι μάτσο, κυρίαρχα και χειριστικά.

Θεωρούμε ότι είναι θετικό ότι έγινε η μερική ανάληψη ευθύνης για τα τραυματικά βιώματα των συντροφισσών, κάτι που ενδεχομένως να προκύπτει λόγω του αποτυπώματος που έχουν αφήσει οι φεμινιστικοί αγώνες και οι καταγγελίες των προηγούμενων χρόνων. Η αμφιβολία τίθεται κυρίως λόγω της σθεναρής του αντίστασης στο παρελθόν. Θέλουμε όμως να ξεκαθαρίσουμε ότι κανένα κείμενο, πόσο μάλλον ένα κείμενο που παράχθηκε μέσα σε δύο εβδομάδες, δεν αρκεί από μόνο του, για την λύση μίας καταπίεσης, τη διαγραφή ενός τραυματικού βιώματος ή το μοναδικό κριτήριο βάσει του οποίου η αντιμετώπισή μας θα είναι ευνοϊκότερη.

Για τη διαχείριση της περίπτωσης

Η διαχείριση ενός ατόμου που έχει εκφραστεί (επανειλημμένα) με σεξιστικό και παραβιαστικό τρόπο σε άτομα που βρίσκονται γύρω του, είναι σίγουρα ένα πολύ σημαντικό ζήτημα. Στον χώρο μας φέρουμε ευθύνη για τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε και διαχειριζόμαστε τον σεξισμό, την πατριαρχία, τις σχέσεις εξουσίας. Απόλυτη προτεραιότητα για εμάς συνιστά η φροντίδα των συντροφισσών, τόσο εκείνων που ενεπλάκησαν άμεσα, όσο και εκείνων που βιώνουν την πατριαρχία και το σεξισμό καθημερινά. Έτσι, δεν μπαίνουμε σε διαδικασία να ορίσουμε ακριβώς που και τί θα κάνει ο Μί.Β., αλλά σίγουρα δεν έχουμε καμία διάθεση συνδιαμόρφωσης ή συνύπαρξης μαζί του προς το παρόν, και μόνο ένα κείμενο αυτό δεν μπορεί να το αλλάξει. Ούτε φυσικά έχουμε την ανάγκη αυτόκλητων σωτήρων που στο όνομα μιας τάχα υπεράσπισης ξεπλένουν τις δικές τους σεξιστικές συμπεριφορές.

Παρ`όλα αυτά και επειδή το να αποκλείεις κόσμο χωρίς περιθώρια επιστροφής είναι κάτι που μας προβληματίζει, παραμένει ανοιχτό το ενδεχόμενο επανένταξης, αν γίνει με όρους ουσιαστικής συζήτησης, βαθιάς αυτοκριτικής και φροντιστικότητας προς τις συντρόφισσες. Τα πράγματα αυτά δεν αναπτύσσονται εν μία νυκτί, χρειάζεται χρόνος. Η πατριαρχία είναι διάχυτη σε όλη την κοινωνία και κάποιες εκφάνσεις της μπορεί να αγγίζουν και τους συντρόφους, αυτό όμως δεν δικαιολογεί την καταπίεση που οι ίδιοι ασκούν σε άλλα άτομα.

 

Αγωνιζόμαστε ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο, με όρο την επιδίωξη χώρων και κινημάτων όπου η πατριαρχία θα είναι – αυτονόητα – αποκλεισμένη.

Το ταξίδι προς την απελευθέρωση για τη δημιουργία κοινωνιών πλέριων των στοιχείων της αλληλεγγύης, της ελευθερίας, της ισότητας και της αυτοδιάθεσης είναι το επίδικο.

Για την προοπτική της κοινωνικής απελευθέρωσης, για την κατάργηση κάθε εξουσίας, για την αναρχία.

Αναρχικές/οί για την κοινωνική και ταξική επανάσταση(Acte)

Αναρχική Ομάδα Iter impia

Comments are closed.